Ο όρος ακράτεια ούρων αναφέρεται στην ακούσια απώλεια ούρων. Η επίπτωση της στον πληθυσμό συνήθως υποεκτιμάται και υπολογίζεται ότι περίπου το 50% των ασθενών με ακράτεια ούρων δεν αναφέρουν το σύμπτωμα αυτό στον γιατρό τους (1). Για αυτό το λόγο συνιστάται το προσωπικό που παρέχει υγειονομική φροντίδα να ερωτά τις ασθενείς σχετικά με συμπτώματα ακράτειας ούρων.

Η επίπτωση της ακράτειας των ούρων σε γυναίκες που αναφέρουν ένα τουλάχιστον επεισόδιο ακράτειας ούρων σε ένα έτος είναι από 25-51% (2). Επίσης, ένα επεισόδιο ακράτειας ούρων την εβδομάδα αναφέρεται από το 10% των γυναικών σε μεικτούς εθνικά πληθυσμούς (3). Σε μη έγκυες γυναίκες η επίπτωση της ακράτειας ούρων μέτριου και σοβαρού βαθμού (απώλεια ούρων τουλάχιστον μια φορά εβδομαδιαία περισσότερο από σταγόνες) έχει αναφερθεί σε 7% των γυναικών 20-39 ετών, 17% των γυναικών 40-59 ετών, 23% σε γυναίκες 60-79 ετών και 32% σε γυναίκες > 80 ετών (4). Σε μια άλλη μελέτη έχει αναφερθεί ότι η επίπτωση της ακράτειας των ούρων σε άτοκες νέες γυναίκες (16-30 ετών) ήταν περίπου 12.6% (5). Η επίπτωση της ακράτειας των ούρων στον ελληνικό γενικό πληθυσμό είναι περίπου 27% (6). Η επίδραση της ακράτειας των ούρων στην ποιότητα ζωής είναι ανάλογη της συχνότητας και της βαρύτητας της ακράτειας των ούρων

Ως ακράτεια των ούρων ορίζεται η ξαφνική απώλεια ούρων. Μπορεί να συμβεί με το βήχα φτάρνισμα, γέλιο αλλά μπορεί και να χαρακτηρίζεται από απώλεια ούρων πριν η γυναίκα φθάσει εγκαίρως στην τουαλέτα.

Η απώλεια των ούρων των μπορεί μερικές φορές να είναι παροδική και να οφείλεται σε ουρολοίμωξη, φάρμακα ή δυσκοιλιότητα. Σε αυτές τις περιπτώσεις θεραπεύεται  με την θεραπεία του προβλήματος που την προκαλεί.

 

Search

Mobile Menou

ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ
ΚΛΕΙΣΤΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ